Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

Το μυστήριο του θανάτου του Μεγάλου Αλέξανδρου

Στις 10 Ιουνίου του 323 π.Χ., κάπου στη Βαβυλώνα, ο Μέγας Αλέξανδρος άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 32 ετών. Είχε ήδη δημιουργήσει μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από τη σύγχρονη Αλβανία μέχρι το Ανατολικό Πακιστάν. Παρόλα αυτά, ποτέ κανείς δεν κατάφερε να απαντήσει σίγουρα τι ή ποιος σκότωσε τον Μακεδόνα βασιλιά. Με πληροφορίες από κείμενο του James Romm, συγγραφέα και καθηγητή στο Bard College της Νέας Υόρκης, το οποίο δημοσιεύθηκε στο «History Today». 


Με τον θάνατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου ξεκίνησε η κατάρρευση της αυτοκρατορίας του και η περίοδος που έμεινε στην ιστορία ως «οι Πόλεμοι των Διαδόχων».



Οι περισσότεροι ιστορικοί αποδίδουν τον θάνατο του Αλέξανδρου σε ασθένεια. Το 1996, ο Eugene Borza, που ειδικεύεται στην αρχαία Μακεδονία, σε ένα συμβούλιο του Πανεπιστημίου του Maryland, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Αλέξανδρος πέθανε από τυφοειδή πυρετό.



Άλλες πιθανές ασθένειες είναι η ελονοσία, η ευλογιά και η λευχαιμία, ενώ ο αλκοολισμός, η μόλυνση απ΄ το τραύμα στον πνεύμονα, από μάχη στη Νότια Ασία το 325 πΧ, και το πένθος (σ.σ: ο στενός του φίλος Ηφαιστίωνας είχε πεθάνει λίγους μήνες νωρίτερα) θεωρούνται οι πιθανότεροι παράγοντες επιπλοκής.

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Σαν σήμερα: Η σφαγή του Διστόμου. Ανατριχιαστικές λεπτομέρειες μαρτύρων από τις κτηνωδίες των γερμανών!

-------Ακούω μια γυναικεία φωνή να σκούζει, να οδύρεται, να θρηνολογεί. Ήταν η μάνα μου. Φτάνω τρέχοντας και τι να δω! Την αδερφή μου κομματιασμένη, βιασμένη, κατακρεουργημένη. Κατασκισμένα ρούχα και σάρκες είχαν γίνει ένα. Το αίμα έτρεχε από τα σκέλια της. Τα βυζιά της κατασφαγμένα, φέτες. Το πρόσωπό της παραμορφωμένο και σ’ όλο το σώμα σημάδια άγριας πάλης. Δίπλα της σε μια κούνια το μικρό κορίτσι της τη Ζωή, εφτά μηνών, το είχαν ξεκοιλιάσει, του είχαν κόψει το λαιμό και κρέμονταν τα λαρύγγια του στο στήθος μπλεγμένα με τα βγαλμένα έντερα.---------
«Την ημέρα της σφαγής από το πρωί κουβαλούσαμε σανό με τον πατέρα μου. Οι Γερμανοί με μια μεγάλη φάλαγγα αυτοκινήτων έφτασαν πριν το μεσημέρι. Θυμάμαι πως έπιαναν το δρόμο Λιβαδειάς από λεύκες Καραστάμου (σήμερα αλευρόμυλος) ως το δικό μας σπίτι (μπροστά στο μνημείο της Δημαρχίας). Οι στρατιώτες περιφέρονταν γύρω από τα φορτηγά δίχως να χρησιμοποιούν τα όπλα τους. Ο πατέρας μου με έστειλε με την μικρότερη αδελφή μου Λουκία, εφτά χρονών, για κρεμμύδια σ’ ένα χωράφι μας έξω από το χωριό.
Στο γυρισμό βλέπω στο φυλάκιο του λόφου Κούλια τρεις Γερμανούς φρουρούς με τα όπλα προτεταμένα Ακούω να πέφτει μια ριπή δίχως να καταλάβω καλά – καλά και αμέσως δίπλα στο χωματόδρομο που βαδίζαμε σηκώθηκε κουρνιαχτός από το ανεμοβολητό των βλημάτων.