Τετάρτη 24 Μαρτίου 2010

Η Βαλύρα στον αγώνα του 1821

Επιμέλεια-παρουσίαση:Γιάννης Ελ.Λινάρδος
Η Βαλύρα με την ενεργή συμμετοχή της στο μεγάλο ξεσηκωμό του 1821,δίνει γενναίο παρόν στην υπόθεση της πολυπόθητης λευτεριάς.Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους(ΓΑΚ),είναι καταχωρημένα με ημερομηνία 30 Αυγούστου 1825,όλα τα στοιχεία που αφορούν τη συμμετοχή της Βαλύρας στον αγώνα του 1821.Επίσης εκεί υπάρχουν και πολλά άλλα ενδιαφέροντα που αφορούν την μετέπειτα ιστορία της Βαλύρας.Οι Βαλυραίοι αγωνιστές,τα ονόματα των οποίων αναφέρονται παρακά-τω,ανήκαν στο σώμα του οπλαρχηγού Παναγιώτη Κεφάλα από το Δυρράχι της Μεγαλόπολης.Έλαβαν μέρος σε πολλές μάχες του Εθνικού ξεσηκωμού και ιδιαίτερα,στην πολιορκία για την απελευθέρωση της Τριπολιτσιάς,στις μάχες του Βαλτετσίου,των Δερβενακίων και της Κορίνθου.Στα 1824 συμμετείχαν στις αμυντικές προσπάθειες στα παράλια της Μεσσηνίας για πιθανή απόκρουση επιδρομής των Αράβων,οι οποίοι βοηθούσαν τότε την καταρρέουσα Οθωμανική αυτοκρατορία.Ο κατάλογος των Βαλυραίων αγωνιστών έχει ως εξής:Ιωάννης Γεωργακόπουλος, Αναγνώστης Γιαουρδάς,Δημήτριος Βασιλόπουλος,Χρήστος Βασιλόπουλος,Καλόγερος Γκομέσης,Αντώνιος Γκομέσης,Αναγνώστης Γεωργόπουλος,Ζαχαρίας Κανελλόπουλος(Ιερέας),Αναστάσιος Κατσιλιέρης,Ανάργυρος Καρτερολιώτης,Παναγιώτης Καρτερολιώτης,Δημήτριος Καρτερολιώτης,Κωνσταντής Καρύδης, Ανδρέας Καρύδης, Δημήτριος Καρύδης,Σταυριανός Καρύδης,Γιαννάκης Καρύδης, Δημήτριος Κουρόπουλος, Άγγελος Λεοντήρης(ή Λιοντήρης), Βασίλειος Λεοναρδόπουλος, Βασίλειος Λινάρδος, Ιωάννης Λινάρδος,Γεώργιος Λύκος, Αθανάσιος Λύκος,Αθανάσιος Λύρας, Νικόλαος Μαυροειδής , Αναγνώστης Μπότσικας, Αναστάσιος Μπότσικας,Γεώργιος Μυλωνόπουλος,Ιωάννης Μπακόπουλος(Ιερέας), Παναγιώτης Μπακόπουλος,Γιάννης Μπάλας, Γιαννάκης Μπόβης,Γεώργιος Μπόβης, Παναγιώτης Μπόβης, Γεώργιος Μυλωνάς,Δημήτρης Μυλωνάς,Νικόλαος Μυλωνάς, Αναγνώστης Μπουρολιάς,Αγγελής Μπουρολιάς,Πανάγος Μπουρίκας,Σταυριανός Μπουρίκας, Ιωάννης Μπουζαλάς,Παναγιώτης Ντουραμάκος, Παναγιώτης Ξυδόπουλος, Παναγιώτης Σερφετόπουλος,Παναγιώτης Παπασαραντόπουλος, Γεώργιος Σαραντόπουλος, Σπυρίδων Σαραντόπουλος, Σωτήριος Σαραντόπουλος,Αναστάσιος Σπυρόπουλος,Νικόλαος Σταθόπουλος,Θεόδωρος Τσαγκάρης,Πανάγος Τσαγκάρης,Χρήστος Τσαγκάρης,Γεώργιος Κοντοπανάγος,Δημήτρης Τσιλιβίτης,Πέτρος Τσιλιβίτης,Παναγιώτης Τσιμπουκλής,Αθανάσιος Χαλικούρας,Θεόδωρος Χαλικούρας, Γιαννάκης Χριστάκης,Γεώργιος Χριστάκης.Στη συνέχεια αναφέρουμε σύντομα βιογραφικά σημειώματα επτά εκ των ανωτέρω αναφερομένων ηρωικών προγόνων μας,έτσι όπως διασώθηκαν στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.(Ευελπιστούμε ότι θα βρούμε και θα παρουσιάσουμε,κάποια στιγμή,τα βιογραφικά κι' άλλων αγωνιστών).
-Καρτερολιώτης Παναγιώτης:Γεννήθηκε στο Τζεφερεμίνι(σημ. Βαλύρα).Πιθανότατα
Η καταγωγή της οικογένειας του ήταν από το Καρτερόλι της Μεσσήνης,από το οποίο
πιθανότατα προέρχεται και το επώνυμό του.Ήταν πρόκριτος στο Τζεφερεμίνι και είχε
μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία.Αμέσως με την έκρηξη της επανάστασης,μπαίνει στη πρώτη γραμμή σαν αρχηγός σώματος στη πολιορκία της Τριπολιτσάς,μέχρι την απελευθέρωσή
της. Πολέμησε επίσης στα Δερβενάκια,Άργος,Κόρινθο και στα διάφορα κάστρα της Μεσσηνίας.Το 1823 συνυπογράφει σαν πρόκριτος και εκλέκτορας,αναφορά προς το Υπουργ
είο Εσωτερικών κατά του μη νομίμως εκλεγέντος βουλευτή Νησιού(Μεσσήνης) και τάχ-
θηκε υπέρ της εκλογής του Γ.Δαρειώτη (ΓΑΚ,Υπ.Εσωτερικών 23/07/1823 , φάκελος 19).
Από τα παρακάτω έγγραφα ,προκύπτει ότι βοήθησε και οικονομικά τον αγώνα.<< Αριθμ. 119,Η Πελοποννησιακή Γερουσία-Δηλοποιεί ότι κατά μήνα Αύγουστο 1822,εμέτρησεν Εις το Κοινόν Ταμείον της Πελοποννήσου ο κύριος Πανάγος Καρτερολιώτης εκ Νησί, Γρόσια εξακόσια δύο ,παράδες 30, αριθ.60230,δια χειρός Ιωάννη Μαυρομιχάλη Και Π.Ζάρκου,ως σταλείσα παρ’ αυτών εις το Ταμείον καταγραφή ,εν υποσχέσει ν’ αποδοθώσιν αυτώ εκ μέ-ρους της Πατρίδας μετά την αποκατάστασιν του ελληνικού έθνους.Τριπολιτσιά τη 29 Ιαν-ουαρίου 1823.Ο Κορίνθου Κύριλλος αντιπρόεδρος, Ασημάκης Φωτήλας, Γεώργ. Μπάρμπογ-λης, Διον.Παπαγιαννόπουλος ,Δημ.Καραμάνος,Ιωάννης Γεργ.Οικονομίδης, Σπύρος Φραγ-κίσκος.Εν Νησίω την 17 Μαρτίου 1847.Ο Δήμαρχος Παμίσου (Τ.Σ) Παν.Δαρειώτης. Ο Παν.Καρτερολιώτης Κατατάχτηκε στην τάξη των αξιωματικών της φάλαγγας (ΑΛΕΒ, Μητρ.Αξιωμ αυξ.αριθμ. 2842.Έπεσε πολεμώντας κατά των Αράβων επιδρομέων.
-Μαυροειδής Νικόλαος:Γεννήθηκε στο Τζεφερεμίνι(Βαλύρα) και ήταν υπαξιωματικός Β! επικεφαλής ομάδας Βαλυραίων.Τούτο το διαβεβαιώνουν στα 1865 οι αξιωματικοί του αγώνα,Κων.Μπούρας δημαστυνόμος της Ανδανείας τότες και Αντ.Κων.Μπούρας.Η ομάδα αυτή του Μαυροειδή πήρε μέρος στις μάχες,Καρύταινηας,Βαλτετσίου,Τριπολιτσιάς(Πολιορκία απελευθέρωση),Κορίνθου, Δερβενακίων,Τρικόρφων ,καθώς και στις μάχες κατά των Αράβων.Στη διάρκεια του αγώνα προήχθηκε σε πεντηκόταρχο και μετά την απελευθέρωση του αναγνωρίστηκε ο βαθμός του υπαξιωματικού Β! ύστερα από πολλές διαμαρτυρίες του.
-Μπόβης Παναγιώτης:Γεννήθηκε στο Τζεφερεμίνι(Βαλύρα).Σ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα ήταν στρατευμένος στις τάξεις των αγωνιστών.Το 1842 υπηρετούσε σαν ειδικός πάρεδρος της Βαλύρας στο Δήμο Οιχαλίας.Επειδή όμως ήτανε αγράμματος, υπόγραφε αντί γι’ αυτόν άλλος.(Γενικά Αρχεία του Κράτους,φάκελ. Μοναστηριακών, Σεπτέμβριος 1842).
- Βασίλειος Ι. Λινάρδος:Φίλος και συμπολεμιστής του μεγάλου ηγέτη της επανάστασης
του 1821 Θεοδώρου Μπότσικα, γνωστού ως Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, βραβεύτηκε με το χαλκούν μετάλλιον ανδρείας για την προσφορά του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Εκλέχθηκε πρώτος Δήμαρχος Δερρών με έδρα την Βαλύρα, στο νεοσύστατο Ελληνικό κρά-τος. Υπήρξε ένθερμος υποστηριχτής του Καποδίστρια και αγωνίστηκε δια της συλλογής υπογραφών στην επαρχία Εμπλακίων-Μικρομάνης, προκειμένου να αναδειχθεί γνήσιος Έλληνας πολίτης ο λαμπρός αυτός κυβερνήτης. Στα χρόνια του Όθωνα κατηγορήθηκε,μαζί
με τον Αρισ.Αναγνωσταρά και τον Γ.Περρωτή,για αντιβασιλική δράση και οδηγήθηκε στο Στρατοδικείο της Τρίπολης(Εφημερίδα Αθηνών << Αθηνά >>,αριθ. φυλ. 92, 18/12/1840). Αθωώθηκε όμως γιατί έτυχε της υποστήριξης του Βαυαρού Φέδερ, αυλικού του Όθωνα.Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ευτύχισε να ξαναδεί τον μονάκριβο γιο του Γιάννη Λινάρδο, που όλοι τον θεωρούσαν ξεγραμμένο, να επιστρέφει από την Κωνσταντινούπολη ύστερα από τριάντα χρόνια αιχμαλωσίας, γιατί αρνήθηκε να παραδώσει στον Αγά της Σκάλας το άλογο του, λίγο πριν την έναρξη της επανάστασης.
-Παναγιώτης Ξυδόπουλος(Ξύδης):Από την Βαλύρα (Τζεφερεμίνι).Καταταγείς στο σώμα
του οπλαρχηγού της Επαρ. Εμπλακίων Παν. Κεφάλα επολέμησε στην Τρίπολι, Βαλτέτσι, Δερβενάκια. Στα 1825 αναφέρεται και πάλιν υπηρετών στο σώμα του Παν. Κεφάλα (ΓΑΚ,
Υπ. Πολ., 30 Αυγ. 1825, κα «Μεσσηνιακά 1868», σελ. 420).
-Γεώργιος Σαραντόπουλος:Από τη Βαλύρα (Τζεφερεμίνι).Πολέμησε υπό την αρχηγία του Παπαφλέσσα στην Τρίπολη,στο Βαλτέτσι,τα Δερβενάκια,στη Κόρινθο,στο Άργος και στο Ναύπλιο ως πεντηκόνταρχος. Αίτηση για τις υπηρεσίες του πατέρα της υπέβαλε η κόρη του Μαρία μαζί με την ένορκη βεβαίωση των Ι. Καρακίτσου και Μήτρου Κοράτση από την Ανθούσα (Ζέζα). Παρά ταύτα,δυστυχώς,καμίας ηθικής ή υλικής αμοιβής έτυχε από το Ελληνικό κράτος.
-Τα αδέλφια Καρύδη:Μεταξύ των οπλαρχηγών ήταν και οι αδελφοί Κώστας και Σταυριανός Καρύδης που έπαιξαν βασικό ρόλο στην απελευθέρωση της Βαλύρας,καθώς και τα άλλα πέντε αδέλφια Ιωάννης,Θόδωρος ή καπετάν Πόρτας,Σπύρος, Βασίλειος και Αναστάσιος,που πολέμησαν σε πολλές μάχες στο Μοριά(Σπάρτη,Τρίπολη,Βαλτέτσι) και στα επτάνησα (Ζάκυνθος-Λευκάδα).Η προέλευσης τους ήταν απ΄το Σάλεση της Μεγαλόπολης.
- Θεοφάνης Παπαγεωργίου(Αλέζαγας):
Από το Λέζι(σημ.Λάμπαινα),ο οποίος είναι πρόγονος της γνωστής οικογένειας Παπαγεωργίου,που υπάρχει στη Βαλύρα.Είχε ηρωική δράση στον υπέρ πάντων αγώνα πολεμώντας σε πολλές μάχες ,μεταξύ των οποίων υπό τον Μητροπέτροβα στις μάχες, Καρύταινας,Βαλτετσίου,Τρίπολης,Άργους,Δραμπάλας, Δερβενακίων κ.λ.π. Συμπολεμιστές του από την Λάμπαινα ήταν ο Παναγιώτης Καλογε-ρόπουλος,ο Παναγιώτης Κοσμάς,ο Αναγνώστης Σταματόπουλος,Ο Γιάννης Θεοφιλόπουλος,
ο Ιωάννης Πουλημενάκος, Χρήστος Αργυρόπουλος,Παναγιώτης Σταθόπουλος, Ιωάννης Χρονόπουλος.Ο Θεοφάνης Παπαγεωργίου έτυχε άδικης μεταχείρισης από Ελληνικό κράτος και δια τούτο διαμαρτυρήθηκε εγγράφως επανειλημμένα.Την ένορκη βεβαίωση του οπλαρχηγού Εμ.Δαρειώτη,υπογράφουν όλοι οι παραπάνω αναφερθέντες Λαμπαιναίοι συμπολεμιστές του Θ.Παπαγεωργίου,προκειμένου να δικαιωθεί.

Ο κατάλογος των Βαλυραίων αγωνιστών του '21 έχει συνέχεια...
Ο κατάλογος των Βαλυραίων αγωνιστών του '21 είναι μακρύς. Χρειάζεται όμως το μεράκι και η ευγενική προσφορά των εθελοντών εκείνων,που θα σκύψουν στα κιτρινισμένα από το χρόνο χαρτιά των γενικών αρχείων του κράτους(Γ.Α.Κ),για να φέρουν στο φως όλα τα ονόματα των ηρωικών εκείνων προγόνων μας,που μας χάρισαν την ελευθερία.Τον δρόμο μας τον έδειξε ο αείμνηστος δημοσιογράφος-ιστοριοδίφης,Μίμης Φερέτος.
Στα χνάρια του πορεύθηκε με ιδιαίτερο ζήλο,μεγάλο κόπο,πολύ αγάπη και άπειρο ενδιαφέρον για την ιστορία της Βαλύρας, ο καθηγητής βιολόγος, ερευνητής και ιστοριοδίφης, Γιάννης Δημ.Λύρας, που έφερε στο φως ανεκτίμητο υλικό για τους Βαλυραίους πρωταγωνιστές του μεγάλου αγώνα και την ιστορία της γενέτειράς μας. Του αξίζει κάθε τιμή και ευγνωμοσύνη για την μεγάλη προσφορά του και ευχόμαστε το παράδειγμά του να το ακολουθήσουν κι' άλλοι.Από την παράδοση καθώς και από άλλα στοιχεία υπάρχουν ενδείξεις ότι έχουμε πολλούς ακόμα αγωνιστές της ελευθερίας,όπως για παράδειγμα τον Μάη Φερμάνη(φωτό) και το μόνο που απομένει είναι η ταυτοποίησή τους μέσα από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Η απελευθέρωση της Βαλύρας.
Αμέσως με την κήρυξη της επανάστασης του 1821 στις 23 Μαρτίου στην Καλαμάτα,οι Τζεφερεμιναίοι(Βαλυραίοι) αγωνιστές ξεκίνησαν τον αγώνα για την απελευθέρωση του χωριού τους.Ήταν η επόμενη ημέρα 24η Μαρτίου,όταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έφθασε στο Τζεφερεμίνι. Οι συνθήκες ήταν σκληρές και άνισες λόγω έλλειψης πολεμοφοδίων και δυσανάλογων στρατιωτικών δυνάμεων,όπου οι Τούρκοι υπερτερούσαν καταφανώς.Το χωριό βρισκόταν ανάμεσα σε δύο πολύ ισχυρά Τουρκικά σρατόπεδα.Της Σκάλας και της Άνδρούσας.Οι αγωνιστές της Βαλύρας είχαν βέβαια την συμπαράσταση και των πολεμιστών,της Μεγαλόπολης,των χωριών της Τσακώνας(Σούλι,Άνω Κούρταγα, Δερβένι),καθώς και επαναστατών από τη Μάνη.
Οι μάχες στη Βαλύρα κράτησαν περίπου επτά μήνες και οι Τούρκοι κρατούσαν γερή αντίσταση στο Μπιζάνι,όπου είχαν οχυρωθεί.Στο τέλος όμως και μετά την γενναία και σύσσωμη πάλη των ηρωικών επαναστατών, αναγκάζονται να διαφύγουν προς τον λόφο της Τσούκας,στα βόρια του χωριού και απ’ εκεί να προχωρήσουν προς το Αλητούρι, όπου ενώθηκαν στο κάστρο του Μήλα με τους στρατιώτες του φοβερού Δεφτέρ ή Ντεφτέρ Αγά. Ήταν Φθινόπωρο του 1821,όταν επιτέλους στο Τζεφερεμίνι κυμάτιζε το φλάμπουρο της ελευθερίας.

Η δράση του Κολοκοτρώνη στη Βαλύρα.
Το 1804 ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Καλλίνικος ο Δ΄, αφόρισε ύστερα από πιέσεις του Σουλτάνου τους επαναστάτες Έλληνες καπεταναίους.Πρόκειται για τον γνωστό Καλλινίκιο αφορισμό,ο οποίος διαβάστηκε σε όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες της Οθωμανικής επικράτειας.Τότε πολλοί ραγιάδες υπήκοοι, παρασυρόμενοι , εξόντωσαν χιλιάδες αγωνιστές της ελευθερίας. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης,που βρισκότανε στη Μάνη,κίνησε με καμιά ογδονταριά παλικάρια που του είχαν απομείνει από το ξεκλήρισμα των προσκηνυμένων,να διαφύγει προς τα δυτικά παράλια της Πελοποννήσου και απ’ εκεί στη Ζάκυνθο.
Η διαδρομή που ακολουθούσε τον έφερε αναγκαστικά και από
το Τζεφερεμίνι(Βαλύρα).Τούτο συνέβη κατά το έτος 1805.
Νύχτα στο Τζεφερεμίνι το 1805-Η μάχη στο Μπεζεστένι
Όταν έφθασε ο γέρος του Μοριά στο Τζεφερεμίνι,είχε ήδη νυχτώσει και πριν προλάβει να ξαποστάσει ηδοποιήθηκαν,από ντόπιους δυστυχώς προδότες,οι Τούρκοι της Ανδρούσας,οι οποίοι κίνησαν για να τον συλλάβουν.Τότε ο Κολοκοτρώνης τους έστησε με τα παλικάρια του καρτέρι στο Μπεζεστένι,όπου δόθηκε μια πολύ σκληρή μάχη.Στη μάχη αυτή το Τούρκικο ασκέρι εξοντώθηκε και όσοι διασώθηκαν το έβαλαν στα πόδια και ο Κολοκοτρώνης τους κυνήγησε μέχρι το Λέζι(σημ.Λάμπαινα).Απ’ εκεί προχώρησε προς την Αρχαία Μεσσήνη και δια μέσου της Αρκαδικής Πύλης,βγήκε στην Αρκαδιά(σημ.Κυπαρισσία).Ο γέρος του Μοριά,όπως προκύπτει από τα απομνημονεύματά του,που έχει συγγράψει ο Τερτσέτης,πέρασε άλλες δύο φορές από τη Βαλύρα.
Φεβρουάριος του 1806
Τον Φεβρουάριο του 1806 προερχόμενος από το Πήδημα,έφθασε μεσάνυχτα στην παγωμένη από τον βαρύ χειμώνα,Βαλύρα.Την εποχή εκείνη ήταν Αγάς στη Σκάλα ο φοβερός Κεχαγιάμπεης, ο οποίος είχε για << χόμπι >> το φριχτό παλούκωμα.Πασίγνωστες είναι οι θηριωδίες του στην Παλουκόραχη της Σκάλας,όπου δεσπόζει ακόμα ο ανεμόμυλος.Και αυτή τη φορά δυστυχώς ο γέρος του Μοριά προδόθηκε από ντόπιους προδότες στους Τούρκους και ο Κεχαγιάμπεης κίνησε εναντίον του επικεφαλής 2.000 στρατιωτών με τα παλούκια.Τότε ο Κολοκοτρώνης αναγκάστηκε,μέσα στην άγρια νυχτιά, να τραβήξει προς το Αλητούρι.
Η επανάσταση στη Βαλύρα-24 Μαρτίου 1821
Τελευταία φορά ήταν,όταν ξεκίνησε η επανάσταση στην Καλαμάτα στις 23 Μαρτίου 1821.
Ο Κολοκοτρώνης προχωρώντας για την Σκάλα,όπου η απελευθέρωση της ήταν στρατηγικής σημασίας για την επανάσταση,λόγω του ότι είχε Τούρκικο στρατό,σταμάτησε στη Βαλύρα για να δώσει το έναυσμα του ξεσηκωμού.Ήταν η 24η Μαρτίου.Στην μικρή πλατεία που είχε τότε το Τζεφερεμίνι, πλησίον της σημερινής,οι κάτοικοι του επιφύλαξαν θερμή υποδοχή.Του έφεραν δε και μια μεγάλη πέτρα, μας λέει η παράδοση, για να καθίσει.Η πέτρα αυτή υπήρχε μέχρι τα τέλη περίπου της 10/ετίας του 1950.Έκτοτε μεταφέρθηκε σε παρακείμενο οικόπεδο, λόγω διαμόρφωσης της σημερινής πλατείας.Στην Βαλύρα ο γέρος του Μοριά διέμενε στο Μπιζάνι,στο σπίτι του Βασιλείου Ι.Λινάρδου,μετέπειτα πρώτου Δημάρχου,με τον οποίο είχαν στενή φιλική σχέση από τα παιδικά τους χρόνια στα βουνά και στα λαγκάδια της Αρκαδίας και κυρίως στο Κυπαρίσσι της Καρύταινας,όπου και ο τόπος καταγωγής των Λιναρδαίων.Η παράδοση αναφέρει ότι πιθανόν να φιλοξενήθηκε και στο σπίτι του Πουλόπουλου ή των Γιωργοπουλαίων στον Άι Δημήτρη।Γεγονός είναι ότι ο Κολοκοτρώνης,όπως όλοι σχεδόν οι καπεταναίοι του '21,για λόγους ασφαλείας,αλλού διέδιδε ότι θα μείνει και τελικά αλλού διανυκτέρευε।Δυστυχώς οι προδότες δεν εξέλειπαν ποτέ.
Πώς βγήκε το επώνυμο Κολοκοτρώνης;
Κολοκοτρώνης ήταν το παρατσούκλι του παππούλη του Γέρου του Μοριά Γιάννη Μπότσικα,
ο οποίος είχε μεγάλα οπίσθια.Κάποτε ένας Αρβανίτης παρατηρώντας τα και αστειεύμενος είπε: Ωρέ τι Μπιθεγκούρας είναι τούτος;Δηλαδή τι κωλαράς;(Ελληνιστί).Έκτοτε παρέμεινε το παρατσούκλι αυτό ως το επώνυμο των απογόνων του και πέρασε στην ιστορία.
Στοιχεία:ΓΑΚ,ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΑ-A! τόμος-1969(Μ.Φερέτου),Ένα οδοιπορικό στο χρόνο και στο χώρο(Γιάννη Λύρα),Εφημερίδα Η ''ΒΑΛΥΡΑ'' ΤΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ,Προσωπικό αρχείο(Γιάννης Λινάρδος), Απομνημονεύματα Κολοκοτρώνη (Γεώργιος Τερτσέτης).

***
Η οδύσσεια ενός Τζεφερεμιναίου στα χρόνια
της Τουρκοκρατίας-Μια αληθινή ιστορία
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣ.ΛΙΝΑΡΔΟΣ
Βρισκόμαστε στο Τζεφερεμίνι λίγα μόλις χρόνια πριν την μεγάλη ώρα του Εθνικού Ξεσηκωμού.Στον μοναδικό καφενέ, λιγοστοί ρωμιοί, οι πιο πολλοί γέροντες,με τις παλιωμένες φουστανέλες τους , σιγοκουβεντιάζουν κάτω από την μύτη των σερασκέρηδων
για τα περασμένα μεγαλεία του Ελληνισμού. Κυρίως όμως λένε για την ελπίδα της ανάστασης του Γένους, για τα μελλούμενα και για τις φήμες από την κίνηση των Φιλικών.Η αποτυχημένη επανάσταση του Ορλώφ είχε τραγικές συνέπειες και για το Τζεφερεμίνι.Οι ορδές των Τουρκαλβανών, για εκδίκηση,άνοιξαν μεγάλης πληγές στους δύστυχους προγόνους μας. Τα αποκαΐδια του Αϊ-Βλάση – Μητροπολιτικού κέντρου της περιοχής – έμειναν ως τις ημέρες μας για να θυμίζουν τα θλιβερά εκείνα γεγονότα. Δυτικά του χωριού το κοιμητήρι με το εκκλησάκι του Αϊ-Νικόλα, παραπάνω η παλιά εκκλησία της Αγίας Τριάδας όπου παλιότε-ρα,λένε,πως είχε υπάρξει ενετικό νεκροταφείο, Βορειοανατολικά ο Αϊ-Δημήτρης με τα λιγοστά κελιά τριγύρω, μετόχι της Ιεράς Μονής Αιμυαλών Γορτυνίας. Από καιρού σε καιρό μερικοί μοναχοί κατέβαιναν εδώ στα πεδινά με τα μουλάρια τους για να πάρουν κάτι από τα εισοδήματα, κυρίως λάδι.Το Μπιζάνι και η γειτονιά του Αϊ-Δημήτρη από τα χρόνια ακόμα τα Βυζαντινά ήταν η καρδιά του χωριού.Στις ζεστές ρούγες τους αναγεννιόταν και θέριευε η αδούλωτη ελληνική ψυχή.Ήταν ένα ανοιξιάτικο δειλινό του 1818. Οι Τζεφερεμιναίοι με τα ζώα και τα κάρα τους φορτωμένα επέστρεφαν στα κονάκια τους. Οι δρόμοι γεμάτοι από ζωή. Ανθρώπινες φωνές, βελάσματα, μουγκρητά και χλιμιντρίσματα έδιναν τον τόνο εκείνης της βουκολικής εικόνας. Ο αχός του κάμπου πνιχτός, από το μόχθο της ημέρας, ξεθύμενε με τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου πίσω από του βουνό του Βουλκάνου.Ο Γιάννης Λινάρδος το δεκαπεντά-χρονο παιδί του Βασίλη Λινάρδου, του μετέπειτα Δήμαρχου Δερρών με έδρα τη Βαλύρα,με την καινούργια φουστανέλα του, καβαλά πάνω στο κατάλευκο λεβέντικο άλογό του,που όμοιό του δεν υπήρχε στην περιοχή, ξεκινούσε εκείνη την ώρα από το σπίτι του (σήμερα ιδιοκτησίας Κων/νου Φεφοπούλου) στο Μπιζάνι,για μια βόλτα στα χτήματα.Διέσχισε γοργά τις ρούγες του χωριού, βγήκε στη δημοσιά και μετά τη στροφή πίσω από το τρίπατο σπίτι Πουλόπουλου ξεχύθηκε σαν σίφουνας στον κάμπο με την ξέφρενη ανεμελιά της νιότης. Τα πουλιά στο πέρασμά του τρόμαζαν και πετούσαν ανήσυχα, ενώ σύννεφα σκόνης πρόδιναν από μακριά την πορεία του νεαρού καβαλάρη.Ο Αγάς της Σκάλας κάθονταν στον οντά του αναπαυτικά, ρουφώντας τον ναργιλέ του και πίνοντας ρακή. Κάπου-κάπου έπαιρνε το κυάλι του και αγνάντευε κάτω μακριά τον κάμπο, το τσιφλίκι του, που, με τον ιδρώτα και το αίμα των δύστυχων Ρωμιών,έκανε τον βάρβαρο εκείνο Ανατολίτη να ζει έναν επίγειο παράδεισο. Τι ωραίο που έκανε τον κόσμο ο Αλλάχ, συλλογιζόταν:έκανε τα χανουμάκια, την ρακή, τον ναργιλέ, έκανε τους ραγιάδες και για δαύτους έκανε ακόμα τον βούρδουλα, τις κρεμάλες και τα παλούκια (σημ: η Παλουκόρραχη στην Σκάλα ήταν τόπος μαρτυρίου για τους σκλαβωμένους Έλληνες) κι,ενώ σκέφτονταν αυτά και χάιδευε τη μακριά γενειάδα του, παίρνει πάλι το κυάλι και κοιτάζει προς τον κάμπο.Τότε βλέπει τον νεαρό Τζεφερεμιναίο καβαλάρη και ζηλεύει το αγέρωχο εκείνο άτι του. Σχεδόν ταυτόχρονα δίνει διαταγή στον Σεΐζη, που στέκονταν δίπλα του με τα χέρια σταυρωμένα, να γίνει αητός και να του φέρει αμέσως εκείνο το περίφημο άλογο. Πράγματι, σε λίγη ώρα ο σκληροτράχηλος Σεΐζης έφιππος, πλησίαζε επικίνδυνα τον Γιάννη. Εκείνος ανήσυχος σπιρουνίζει το άλογό του και προσπαθεί να ξεφύγει. Αρχίζει τότε ένα ανελέητο κυνηγητό σε έναν κάμπο, που, για τον μικρό Ρωμιό, φαινόταν ατελείωτος.Σε κάποια στιγμή βλέπει απέναντί του ένα χαντάκι. Το περνάει – δεν το περνάει. Αστραπιαία σκέφτεται τις επιδόσεις του αλόγου του κι ελπίζει. Θεέ μου, να το περάσω και γλίτωσα, φωνάζει με την ψυχή στα δόντια. Το άλογο του Τούρκου δεν έδειχνε να ’χει τέτοια ικανότητα. Σπιρουνίζει ξανά και ξανά και με μιας δίνει το άλμα προς τη σωτηρία, όμως ω!!! τι ατυχία. Στο δυνατό τράνταγμα, από το σάλτο του αλόγου, ο νεαρός καβαλάρης βρίσκεται στο έδαφος σφαδάζοντας από τους πόνους και φωνάζοντας ταυτόχρονα «το πόδι μου, το πόδι μου».Ο Σεΐζης τότε με μιας βρίσκεται κοντά του σαρκάζοντας και βλαστημώντας.Προς στιγμήν φέρνει το χέρι στη λαβή του χατζαριού του, αλλά μετανιώνει. Φορτώνει το Ελληνόπουλο πάνω στο άσπρο άλογο και αυτός καβάλα πάνω στο δικό του και ξεκινούν για το κονάκι του Αγά στη Σκάλα. Σαν κεραυνός έπεσε το θλιβερό μαντάτο στην μικρή κοινωνία των Τζεφερεμιναίων.Θρήνος, θλίψη και οδυρμός στο σπίτι του Βασίλη Λινάρδου,η αγωνία ράγιζε καρδιές.Όμως,παρά τα πεσκέσια και τις ικεσίες του τραγικού πατέρα προς τον Αγά, αποτέλεσμα δεν ήρθε.Από το μπουντρούμι των Τούρκων ο Γιάννης Λινάρδος χάθηκε. Μα ούτε και νεκρός βρέθηκε ποτέ. Ωστόσο οι δικοί του,όσο μάλιστα περνούσε ο καιρός,κύλαγαν οι ημέρες,οι μήνες,τα χρόνια και έχασαν τις ελπίδες,άρχισαν τα μνημόσυνα,όπως άλλωστε συνηθίζουν να κάνουν οι χριστιανοί στους νεκρούς τους.Αλήθεια,τι απέγινε όμως το κεντρικό πρόσωπο αυτής της αληθινής ιστορίας, ο Γιάννης Λινάρδος;Ο Αγάς, σαν τον είδε, δεν θέλησε να τον χαλάσει,μα ούτε και διάθεση είχε να τον δώσει πίσω στους δικούς του.Τον κράτησε για λίγο στα άδυτα του κονακιού του και μετά από σύντομο χρονικό διάστημα τον έστειλε κρυφά στην Κωνστα-ντινούπολη. Το πόδι του όμως δεν έγινε ποτέ τελείως καλά και έτσι έμεινε κουτσός.Στην Πόλη, οι Τούρκοι τον έκαναν ιπποκόμο στους στάβλους του Σουλτάνου.Η ζωή του έγινε εφιαλτική, ήταν ένας καταφρονεμένος σκλάβος. Σε λίγο στην Πελοπόννησο κηρύχθηκε η επανάσταση του 1821.Έτσι, τα πράγματα για τους Έλληνες της Πόλης έγιναν ακόμα πιο δύσκολα. Τα χρόνια κυλούσαν, ο Γιάννης νοσταλγούσε τους δικούς του που δεν ήξερε τι γνώριζαν γι’ αυτόν, που δεν ήξερε εάν ζούσαν. Θυμόταν και επιθυμούσε πολύ τους συγγενείς, τους φίλους, το χωριό του, το όμορφο Τζεφερεμίνι.Μάθαινε πως τώρα ήταν ελεύθερο, αυτός όμως ήταν σκλάβος, τι τραγική ειρωνία!!! Πόσο θα ήθελε να ήταν εκεί, να πέσει και να φιλήσει τα χώματα που γεννήθηκε και μεγάλωσε.Κάθε σκέψη να φύγει, να δραπετεύσει, την έβλεπε μάταιη. Πώς; Με τι τρόπο; Αυτός ένας σακάτης, ένας ρακένδυτος που τώρα βρισκόταν τόσο μακριά;Μ’ αυτές τις σκέψεις έπεφτε τις νύχτες να κοιμηθεί στο αχυρένιο κρεβάτι του και τα μάτια του βούρκωναν. Tις ελπίδες του πλέον μόνον στο Θεό τις είχε αποθέσει και γι’ αυτό προσευχόταν θερμά. Θα ’χαν περάσει δεκατρία και πλέον χρόνια. Μια μέρα στους στάβλους τον πλησιάζει ο Αλή ο Τουρκο-Αιγύπτιος, ένας από τους πολλούς υπηρέτες που εργάζονταν εκεί, ο οποίος,επειδή ήταν πολύ μελαχρινός, τον φώναζαν πειραχτικά αράπη. Με τον Αλή ο Γιάννης μίλαγε συχνά και υπήρχε μεταξύ τους μια σχέση φιλίας. Ο Αλή γνώριζε την θλιβερή του ιστορία και τον συμπονούσε αφάνταστα. Τον ρωτάει λοιπόν: Γιάννη, θέλεις να φύγεις από εδώ;Ο Γιάννης γυρίζει και τον κοιτάζει ξαφνιασμένος, αμέσως το μυαλό του πάει στην μπαμπεσιά, υποψιά-ζεται μήπως ο Αλή είναι βαλτός και τον έχουν βάλει να τον ψαρέψει για τις διαθέσεις του. Όχι Αλή, του απαντά, που να πάω, καλά είμαι εδώ. Έλα βρε, του λέει αυτός να το σκάσουμε μαζί, εγώ θα σε πάω στους δικούς σου κάτω στον Μοριά.Σε βλέπω που υποφέρεις και ραγίζει η καρδιά μου. Με τα πολλά πέσε-πέσε, ο Αλή κατάφερε να πείσει τον Γιάννη, ότι πραγματικά το πίστευε αυτό που του πρότεινε.Έτσι, όταν κάποια στιγμή δόθηκε η ευκαιρία, το ’σκασαν παίρνοντας μαζί τους και εφεδρικά άλογα.Η καρδιά του Γιάννη χτυπούσε δυνατά. Το όνειρό του να γυρίσει πίσω στην πατρίδα του άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά,του ήταν όμως ακόμα δύσκολο να το πιστέψει.Κάλπαζαν με τον Αλή μόνο τις νύχτες, για να μη γίνονται αντιληπτοί και για περισσότερο από ενάμιση μήνα, πέρασαν από πολλές κακοτοπιές, μέσα από δύσβατα μέρη και είχε αρχίσει να μπαίνει ο χειμώνας. Οι κίνδυνοι ήταν πολλοί,τα εφόδια λίγα, τα ρούχα ελάχιστα. Όμως το όραμα της επιστροφής ήταν εκείνο που έδινε δύναμη και κουράγιο για να ξεπερνιέται κάθε δυσκολία.Έτσι, μετά από ένα κοπιαστικό ταξίδι, μετά από μια πραγματική Οδύσσεια, σαν άλλος Οδυσσέας, ένα χειμωνιάτικο βροχερό βράδυ ο Γιάννης Λινάρδος, παρέα με τον Αλή,χτυπούσε με αναφιλητά την πόρτα του πατρικού του σπιτιού.Με τι λόγια άραγε μπορεί να περιγραφεί εκείνη η στιγμή. Ο ξεγραμμένος γιος του κυρ-Βασίλη Λινάρδου, ζούσε και νάτος τώρα εκεί να ’χει γίνει ένα κουβάρι με την μαυροντυμένη μάνα του και τον χαροκαμένο πατέρα του.Η επιστροφή του χαμένου παιδιού ήταν Ανάσταση εκ νεκρών. Όμως η καρδιά της μάνας του δεν άντεξε τη συγκίνηση και σε λίγο σωριάστηκε στο έδαφος νεκρή!!! Το νέο διαδόθηκε απ’ άκρη σε άκρη και όλο το χωριό που σηκώθηκε στο πόδι εκείνη τη νύχτα της παράξενης τούτης χαρμολύπης.Ο Αλή έμεινε μόνο εκείνο το βράδυ στο λιναρδέικο σπίτι για να ξεκουραστεί.Την επόμενη μέρα,παρά τις παρακλήσεις του πατέρα και του ιδίου του Γιάννη,κίνησε να φύγει παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής. Είναι αξιοσημείωτο ότι δεν δέχτηκε να πάρει τις χρυσές λίρες που του πρόσφεραν σαν δώρο.Πήρε μόνο όσα εφόδια του ήταν απαραίτητα για να γυρίσει πίσω στην Πόλη.Το τέλος όμως του φιλεύσπλαχνου και φιλάνθρωπου εκείνου αράπη ήταν φριχτό!!!Λήσταρχοι της περιοχής που υπέθεσαν ότι ο γερο-Λινάρδος θα του έδινε χρυσές λίρες, του έστησαν παγίδα στο δρόμο από το Τζεφερεμίνι προς την Σκάλα,στην θέση Δερβενάκι, και τον δολοφόνησαν για να τον ληστέψουν.Ο Γιάννης Λινάρδος ή ο Γιάννης ο κουτσός, όπως χαρακτηριστικά τον αποκαλούσαν έκτοτε, μετά από λίγο παντρεύτηκε και απέκτησε τρεις γιους. Τον Δημήτρη με σημερινούς απογόνους τις οικογένειες Σωκράτη Πατρόκλου και Κωνσταντίνου Λινάρδου,τον Θεόδωρο με σημερινούς απογόνους τις οικογένειες Ερρίκου και Θεοδώρου Λινάρδου και τον Βασίλη που είχε παιδιά την Ελένη σύζυγο Γεωργίου – Αναγνώστη Ξυδοπούλου,την Λευκή πρώτη σύζυγο Ξενοφώντα Καρτερολιώτη,την Αντιγόνη, τον Γιάννη και τον Σταύρο και που κανένας δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή.Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι ο κυρ-Βασίλης Λινάρδος πατέρας του Γιάννη του κουτσού υπήρξε Δήμαρχος Δερρών (1839-40) με έδρα την Βαλύρα.Κατά το έτος δε 1843 κατηγορήθηκε για αντιβασιλική στάση κατά του Όθωνα και οδηγήθηκε για το λόγο αυτό στο Στρατοδικείο της Τρίπολης.Όμως εκεί είχε την υποστήριξη του Βαυαρού Φέδερ,αυλικού του Όθωνα, και τελικά αθωώθηκε.Παλαιότερα κατά το έτος 1829,όταν το Τζεφερεμίνι υπάγονταν στην επαρχία Μικρομάνης και Εμπλακίων,ο Βασίλης Λινάρδος είχε υπογράψει,μαζί με άλλους κατοίκους της Βαλύρας και της επαρχίας,ψήφισμα με το οποίο ανακήρυξαν τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας,«γνήσιο πολίτη».Την ιστορία αυτή σας την μετέφερα έτσι όπως την άκουσα, παιδί ακόμα, από τον παππού μου, Γιάννη Θ. Λινάρδο,όπως κι εκείνος την είχε ακούσει από τον πατέρα του Θεοδωράκη και αυτός με την σειρά του από τον ίδιο τον παθόντα.
ΙΕΛ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου