Αυτή η μη νίκη και η μη ήττα, για κανέναν από τους δυο αντιπάλους, που οδήγησε σε στρατιωτικό αδιέξοδο, ήταν η κρίσιμη καμπή της μικρασιατικής πολιτικής του Γούναρη, ήταν το τέλος των ελπίδων των Ελλήνων για την επιβολή της συνθήκης των Σεβρών. Από τη στιγμή που η Στρατιά υποχώρησε, η τελική νίκη του Κεμάλ ήταν θέμα χρόνου, αυτός θα ήταν ο νικητής. Η διέξοδος για την Ελλάδα περιοριζόταν στην –κακή για μας- διπλωματική λύση ή στην εκούσια εκκένωση της Μικράς Ασίας!
Την άποψη αυτή είχε και ο Παπούλας, όταν στις 21 Σεπτεμβρίου 1921 στο υπόμνημά του προς τον υπουργό Στρατιωτικών τελείωνε την επισκόπησή του ως εξής: «Ο στρατός ημών κατόπιν εννεαετούς πολέμου έχει υποστεί σοβαρά μείωση από απόψεως στελεχών … εξ΄ου και η συνοχή στη διοίκηση έχει μειωθεί. Κατά τις δυο τελευταίες επιχειρήσεις ο στρατός στο σύνολό του ήταν αξιοθαύμαστος. Αλλά η αντίληψη της Στρατιάς είναι ότι ΔΕΝ θα ήτο φρόνιμο να ζητηθεί τίποτα πλέον από αυτόν. Δια τους λόγους τούτους φρονώ ότι επιβάλλεται η ταχεία περαίωση της Μικρασιατικής εκστρατείας»!
Παρόμοια άποψη εξέφραζαν και οι δυο επιστολές του Βενιζέλου, που δημοσιεύτηκαν στην Αθήνα τις ίδιες ημέρες και προκάλεσαν πολιτικό σάλο, στις οποίες εμφανιζόταν απαισιόδοξος για τη δυνατότητα στρατιωτικής λύσης και πρότεινε άμεση διπλωματική λύση με οποιοδήποτε κόστος!
Οι επιστολές προκάλεσαν το τέλος της κοινής εθνικής πολιτικής των δυο παρατάξεων στο μικρασιατικό και την όξυνση των πολιτικών και κοινωνικών αντιπαραθέσεων, ενώ πυροδότησαν γενική επίθεση του τότε παρακράτους εναντίον των Φιλελευθέρων. Ταυτόχρονα το οικονομικό αδιέξοδο εντάθηκε, αφού δεν υπήρχε εξωτερική οικονομική βοήθεια, και έτσι έγινε αβέβαιη –αν όχι αδύνατη- η παραμονή του στρατού στην Μικρασία!
Εξωτερικά η κατάσταση γέρνει σαφώς εις βάρος μας, αφού μετά την αποτυχία του Σαγγάριου η Γαλλία υπογράφει με την κυβέρνηση του Κεμάλ τη «Συμφωνία της Άγκυρας», στις 20 Οκτωβρίου 1921, σχετικά με την οριστική αποχώρηση του γαλλικού στρατού από την Τουρκία και όχι μόνο. Με την υπογραφή της συμφωνίας έγινε και η de facto αναγνώριση της κυβέρνησης του Κεμάλ ως νόμιμης κυβέρνησης της Τουρκίας!
19
Η συμφωνία αυτή δεν άφησε ασυγκίνητους τους υπόλοιπους ενδιαφερόμενους για το Ανατολικό Ζήτημα:
- · Στις 3 Νοεμβρίου, εκδηλώθηκε η επίσημη Αγγλική αντίδραση. 'Ο Curzon γνωστοποίησε τις παρατη-ρήσεις τής βρετανικής κυβέρνησης: 1) Η υπογραφή τοϋ συμφώνου άποτελοΰσε πράξη άναγνώρισης τής κυβέρνησης τής ’Άγκυρας. 2) Η Γαλλία, υπογράφοντας χωριστή ειρήνη μέ μιά εχθρική δύναμη, είχε άγνοήσει τίς υποχρεώσεις πού είχε άναλάβει απέναντι στούς Συμμάχους. 3) Η αποχώρηση των δυνάμεων κατοχής άπο τήν Κιλικία, χωρίς προηγούμενη συγκατάθεση των Συμμάχων, άποτελοΰσε παραβίαση τοϋ τριμερούς συμφώνου. 4) Η Τουρκία, άποκτώντας τον έλεγχο τής σιδηροδρομικής γραμμής τής Βαγδάτης, πού διέσχιζε τήν Κιλικία, μπορούσε νά μεταφέρει στρατό καί νά έπιτεθεϊ εναντίον των βρετανικών κτήσεων τής Μεσοποταμίας. 5) 'Ο τόνος τοϋ κειμένου, άφηνε νά νοηθεί ότι το σύμφωνο είχε γενικότερο χαρακτήρα άπο κάποιο άπλό τοπικό διακανονισμό, όπως έλεγαν οι Γάλλοι.
- · Η Σοβιετική Ένωση, μόλις πληροφορήθηκε τήν υπογραφή τής γαλλοτουρκικής συμφωνίας, δέν έκρυψε τή δυσαρέσκειά της καί ζήτησε άμέσως εξηγήσεις άπό τήν Άγκυρα. Στο διάβημά της υπενθύμιζε τις άμοιβαϊες υποχρεώσεις πού δέσμευαν άπό το παρελθόν τις δυο κυβερνήσεις: η Τουρκία, προτού προβεΐ σέ συμφωνία μέ άλλη Δύναμη, ήταν υποχρεωμένη νά ζητήσει τή συγκατάθεση τής Σοβιετικής "Ενωσης. Η υπογραφή τής γαλλοτουρκικής συμφωνίας ήταν, έπομένως, άντίθετη προς το πνεύμα τοΰ συμφώνου τής Μόσχας τοΰ προηγούμενου Μαρτίου.
- · Στή Ρώμη, ή κατάσταση άντιμετωπίστηκε μέ διαφορετικό τρόπο. Ή ύπογραφή τού γαλλοτουρκικοΰ συμφώνου δημιουργούσε προοπτικές γιά συνεννόηση μέ τούς κεμαλικούς. ’Από τόν Φεβρουάριο τού 1921, ή κυβέρνηση τής Ρώμης είχε προτείνει στούς ’Άγγλους τήν άποστολή ενός ’Ιταλού άξιωματούχου στήν Άγκυρα. Σκοπός θά ήταν ή επίτευξη συμφωνίας μέ τόν Κεμάλ στό θέμα τών τροποποιήσεων τής συνθήκης τών Σεβρών.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Διατηρήθηκε η ορθογραφία του αρχικού κειμένου.
- ·
Η συμφωνία, έργο ενός ανθέλληνα και ακραία φιλότουρκου Γάλλου βουλευτή, του Franklin Bouillon, αποτελεί την ταφόπετρα της Συνθήκης των Σεβρών.
Ο Κεμάλ ανενόχλητος ή μάλλον με την αμέριστη συμπαράσταση Γάλλων, Ιταλών και Ρώσων συγκεντρώνει τις δυνάμεις του έναντι των Ελλήνων και σχεδιάζει το τελικό κτύπημα την ώρα που ο Γούναρης –από τις 16 Οκτωβρίου- περιδιαβαίνει τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες επαίτης πλέον οποιασδήποτε οικονομικής βοήθειας και λύσης του αδιεξόδου!
Αλλά όπως έγραφε και ο εθνικός μας ποιητής «Δεν είν’ εύκολες οι θύρες, / Εάν η χρεία τες κουρταλή», οπότε ο Γούναρης και ο Μπαλτατζής –που τον συνόδευε- ευρισκόμενοι ενώπιον πλήρους αδιεξόδου εναπέθεταν εν λευκώ «τας τύχας της… εις τας χείρας της Αγγλίας» αρχικά και των Συμμάχων (!) στη συνέχεια, περιμένοντας τα αποτελέσματα της επόμενης διασυμμαχικής διάσκεψης.
Η αδυναμία μιας στρατιωτικής νίκης σε συνδυασμό με το φόβο για την τύχη Ελλήνων Μικρασιατών από μια πιθανή αποχώρηση του στρατού από τη Μ. Ασία έδωσαν ώθηση στην ιδέα της αυτοδιάθεσης της Ιωνίας και οδήγησαν στη δημιουργία –στα τέλη Οκτωβρίου- ενός κινήματος στη Σμύρνη -της Μικρασιατικής Άμυνας-, ενός ουτοπιστικού οράματος πολλών παραγόντων της περιοχής. Πρώτος στόχος της «Άμυνας» υπήρξε η μύηση και ο προσεταιρισμός των Στεργιάδη και Παπούλα. Ο Ύπατος Αρμοστής αντέδρασε αρνητικά σε οποιαδήποτε τέτοια προοπτική, έχοντας κατά νου την εγκατάλειψη της Μ. Ασίας, ενώ ο Αρχιστράτηγος κράτησε ευνοϊκή αν και επαμφοτερίζουσα στάση, κάτι που τελικά τον οδήγησε στην παραίτηση. Η ουτοπία της αυτονομίας της Ιωνίας αποδυναμώθηκε με ευθύνη της κυβέρνησης των Αθηνών και εξέπνευσε.
Όλα είχαν ξεκινήσει αργά, αφού το Μάρτιο η διάσκεψη των Συμμάχων στο Παρίσι προέκρινε την εγκατάλειψη της Σμύρνης και σχεδόν της μισής Ανατολικής Θράκης από τους Έλληνες. Ο Γούναρης βρέθηκε σε δίλλημα, αλλά ο Κεμάλ απέρριψε τις προτάσεις των Παρισίων ζητώντας ακόμα περισσότερα. Το οικονομικό βάρος του «μη πολέμου» -της υποχρεωτικής και ατελείωτης αναμονής του στρατεύματος- γινόταν αβάσταχτο. Η μόνη φίλια χώρα -η Αγγλία που ουσιαστικά μας επέβαλε την αναμονή- έμενε στα όμορφα λόγια και δεν προχωρούσε στην έγκριση δανείου προς τη χώρα μας. Έτσι στις 7 Απρίλιου η ελληνική κυβέρνηση προέβη στο περίφημο «Αναγκαστικό Δάνειο» στα πλαίσια του οποίου τα κυκλοφορούντα χαρτονομίσματα κυριολεκτικά κόπηκαν στη μέση!
Τον Μάιο σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση, υπό τον Πρωτοπαπαδάκη, η οποία πέραν του οικονομικού αδιεξόδου έπρεπε να αντιμετωπίσει την κατάσταση του στρατεύματος στο μέτωπο και την βεβαιότητα – πλέον- της εκκένωσης στης Μικράς Ασίας.
20
Ας δούμε πως περιγράφει το τι και το πως του αναγκαστικού δάνειο ο Ε. Χεκίμογλου στην μονογραφία του «Η Ελλάδα και οι Φίλοι της το 1922», που δημοσιεύτηκε στο Ε-ιστορικά της εφημερίδας Ελευθεροτυπία. Γράφει ο Χεκίμογλου:
«Η αδυναμία εξεύρεσης πόρων οδήγησε την ελληνική κυβέρνηση στην έκδοση 550 ακάλυπτων εκατομμυρίων … πέρα από την έκδοση ακάλυπτου χαρτονομίσματος, είχαν ήδη αυξηθεί οι αγροτικοί φόροι, οι φόροι στα έκτακτα κέρδη επιχειρήσεων, οι τελωνειακοί δασμοί και ο φόρος εισοδήματος. Τότε, ο καθηγητής Π. Πρωτοπαδάκης … συνέλαβε την παγκοσμίως πρωτότυπη ιδέα της διχοτόμησης του νομίσματος. Όλα τα χαρτονομίσματα κόπηκαν στη μέση. Το ένα κομμάτι μετατράπηκε σε έντοκο δάνειο, εικοσαετούς διάρκειας. Έτσι, ο κάτοχος ενός κατοστάρικου είχε τώρα διαθέσιμες μόνο 50 δραχμές και ένα τίτλο 50 δραχμών εξοφλητέο σε είκοσι χρόνια προς 6,5% ετησίως. … Με το εφεύρημα αυτό, η συνολική νομισματική κυκλοφορία μειώθηκε περίπου στο μισό, δηλαδή έπεσε από 3.100 εκατομμύρια σε 1.800 (ενώ τα υπόλοιπα 1.300 μετατράπηκαν σε μακροχρόνιο χρέος). Έτσι, η κυβέρνηση εξέδωσε αμέσως 1.300 εκατομμύρια νέου χαρτονομίσματος, το οποίο δεν ήταν ακάλυπτο και δεν επηρέασε τη συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής. Η συνολική νομισματική κυκλοφορία παρέμεινε η ίδια! Η Αθήνα μπόρεσε, έτσι, να πάρει μια ανάσα και να διατηρήσει μερικούς μήνες ακόμη το μικρασιατική μέτωπο.»
Η κατάσταση στο στράτευμα από πλευράς συνθηκών διαβίωσης, πειθαρχίας και ηθικού ήταν αξιολύπητη. Στις 5 Ιουνίου στη θέση του αρχηγού της Στρατιάς τοποθετήθηκε ο αντ/γος Χατζηανέστης, η πλέον ακατάλληλη επιλογή προσώπου είχε συντελεσθεί. Μετά από μια περιοδεία στο μέτωπο, όπου βρήκε το ηθικόν ακμαιότατον, ο Χατζηανέστης μετέφερε στρατό από το μικρασιατικό μέτωπο στη Θράκη, αντικατέστησε πολλούς διοικητές μεγάλων μονάδων και άλλαξε τη διοικητική δομή του στρατεύματος αφαιρώντας την ανάληψη πρωτοβουλιών από τους διοικητές των Σωμάτων!
Τι θα έκανε η νέα κυβέρνηση, θα απέσυρε το στρατό μέσα στο 1922; Η απάντηση έπρεπε να δοθεί σύντομα, πριν αλλάξουν οι καιρικές συνθήκες και πριν οι βροχές καταστήσουν τους υπάρχοντες δρόμους αδιάβατους! Αλλά και ο Κεμάλ βρισκόταν στην ίδια θέση . έπρεπε να αποφασίσει, που και πότε θα έκανε επίθεση;
Και ως απάντηση στο παραπάνω ερώτημα η κυβέρνηση προχωρά σε δυο απέλπιδες προσπάθειες, για να αναγκάσει τους Συμμάχους της (;) να δώσουν μια λύση, την όποια λύση.
Έτσι: (α) στις 27 Ιουλίου η κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της για κατάληψη της Κωνσταντινούπολης –γι’ αυτό και η μεταφορά στρατού στη Θράκη-, στην ανακοίνωση αυτή οι Σύμμαχοι αντέδρασαν άμεσα και αρνητικά, έτσι στις 2 Αυγούστου το σχέδιο εγκαταλείφθηκε,
(β) στις 31 Ιουλίου ο Στεργιάδης ανακοίνωσε ένα δικό του σχέδιο για τη δημιουργία αυτόνομου «Μικρασιατικού Κράτους» και κάλεσε το λαό σε συλλαλητήριο. Η αντίθεση Γαλλίας και Ιταλίας σε κάθε παρόμοια σκέψη και η διχογνωμία των Άγγλων έσβησαν πάραυτα και αυτή την ουτοπία.
Και ο Κεμάλ αργούσε την αναμενόμενη από καιρό επίθεσή του.
Αργούσε, αλλά η διάταξη των μονάδων στο μέτωπο των 700 χιλιομέτρων δεν άλλαζε, ήταν και παρέμεινε τραγικά λανθασμένη. Πέρα από την ¨εξέχουσα¨ του Αφιόν Καραχισάρ, πέρα από την απουσία δεύτερης θέσης άμυνας, πέρα από τις ευάλωτες διαβιβάσεις και τις ανεπαρκείς συγκοινωνίες, πέρα από το χαμηλό ηθικό υπήρχαν και «έβγαζαν μάτια» τεράστια κενά ανάμεσα στις αμυντικές θέσεις των μεραρχιών, που δημιουργούσαν μεγάλη τρωτότητα στο μέτωπο. Δυο τέτοια κενά υπήρχαν στα νότια του μετώπου δυτικά της ¨εξέχουσας¨, το ένα μήκους 4 περίπου χιλιομέτρων στο Τιλκί Κιρί Μπέλ και το άλλο μήκους 10 χιλιομέτρων στην περιοχή του Τσάι Χισάρ. Εκεί θα επιτίθετο και ο πλέον αδαής στρατιωτικός, αλλά από την έλλειψη ανδρών ή εσκεμμένα τα κενά παρέμεναν.
21
Γ. Χατζηανέστης
Στο κείμενο πολλές φορές γίνεται λόγος για την αυτονομία της Σμύρνης, αλλά κάθε φορά δε μιλάμε για την ίδια κατάσταση.
(α) Στις 21 Ιουνίου 1921 οι Σύμμαχοι μας πρότειναν την αυτονομία της Σμύρνης, η οποία θα παρέμενε με χριστιανό διοικητή διορισμένο από την Κοινωνία των Εθνών. Αυτός θα ζητούσε την απόσυρση του ελληνικού στρατού, όταν διαπίστωνε ότι οι σχηματιζόμενες εκεί δυνάμεις ασφαλείας θα ήταν επαρκείς.
(β) Η ¨Μικρασιατική Άμυνα¨ μιλούσε κι αυτή για αυτονομία αλλά με άλλο σκεπτικό. Πρότειναν στην ελληνική κυβέρνηση να συμφωνήσει με τη δημιουργία ενός νέου ανεξάρτητου «Μικρασιατικού Κράτους» με δικό του στρατό –περίπου 80.000- από τον εξοπλισμό των ντόπιων ανδρών αλλά και εθελοντών από τους απανταχού Έλληνες, καθώς και μια οικονομία που θα στηριζόταν αρχικά στην εθελοντική βοήθεια των απανταχού Ελλήνων. Στη συνέχεια περίμεναν βοήθεια και υποστήριξη από τα Συμμαχικά κράτη.
Για την αρχηγία του νέου κράτους πρότειναν τον αρχιστράτηγο Παπούλα. «Η ιδέα της Μικρασιατικής Άμυνας τελικώς θάφτηκε καί τήν ταφόπλακα τήν έβαλε ο παντοδύναμος, ελέω Εγγλέζων, Αριστείδης Στεργιάδης: ¨Απαγορεύω τήν οργάνωσιν χωριστικού κινήματος εις τήν Μικρασίαν¨». - ΧΡ. ΑΓΓΕΛΟΜΑΣΤΗΣ
(γ) Και ώ του θαύματος, ο Στεργιάδης και δι’ αυτού η τότε κυβέρνηση στο τέλος Ιουλίου 1922 πρότεινε μια διαφορετικού είδους ανεξαρτησία για τη Σμύρνη. Οι Σύμμαχοι θα δημιουργούσαν μια ευρεία αυτόνομη ζώνη υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου η οποία θα μπορούσε να αυτοσυντηρηθεί, θα είχε αστυνομία και διοίκηση πολυφυλετική και όχι αμιγώς χριστιανική. Η πρόταση δεν βρήκε ανταπόκριση από το λαό και απορρίφθηκε ουσιαστικά και τυπικά από τους Συμμάχους.
Και οι πληροφορίες της Στρατιάς επιβεβαίωναν τη λογική. Οι πληροφορίες ήταν ακριβείς και σοβαρές! Έδιναν τον τόπο επίθεσης των Τούρκων, αλλά ήταν ασαφείς σχετικά με τη δύναμη των επιτιθεμένων και το χρόνο της επίθεσης. Δυστυχώς-άγνωστο γιατί- ΔΕΝ εκτιμήθηκαν και ΔΕΝ αξιοποιήθηκαν σωστά.
Κι εκεί στα κενά της ¨εξέχουσας¨, όπως όλοι περίμεναν και ήξεραν, το πρωί της 26ης Αυγούστου εκδηλώθηκε η τουρκική επίθεση, που άρχισε με σφοδρή προπαρασκευή πυροβολικού.
Η σφοδρότητα και η ακρίβεια των βολών κατέσκαψαν τα αμυντικά έργα και αποδεκάτισαν όσους βρίσκονταν εκεί! Η αδυναμία του ελληνικού πυροβολικού να απαντήσει, η απουσία σοβαρών εφεδρειών, η τοπική υπεροχή σε άνδρες που δημιούργησε το σχέδιο των Τούρκων, το χαμηλό ηθικό των Ελλήνων και η έλλειψη συντονισμού των μονάδων -που προέκυπτε λόγω της απόστασης των 420 χιλ. της διοίκησης από το μέτωπο και της απόφασης σχετικά με τη διοικητική δομή της Στρατιάς- δημιούργησαν το σκηνικό της κατάρρευσης.
Την επόμενη ημέρα -27 Αυγούστου το μεσημέρι- εκκενώθηκε το Αφιόν Καραχισάρ, ό,τι δεν μπορούσε να μετακινηθεί καταστράφηκε. Η προς τα δυτικά υποχώρηση –ή η φυγή;- άρχιζε.
Στις 28 Αυγούστου με διαταγή της Στρατιάς αναλάμβανε τη διοίκηση όλων των μονάδων του νότιου μετώπου (Α΄ και Β’ Σώματα) ο στρατηγός Τρικούπης, ο διοικητής του Α’ Σώματος. Αλλά υπήρχε σημαντικό πρόβλημα στις επικοινωνίες και έτσι μια ομάδα μεραρχιών (1 η και 7 η μεραρχία με τμήματα της 2 ης υπό τη διοίκηση του Φράγκου) που βρίσκονταν δυτικότερα -δρώντας ανεξάρτητα- αποφάσισε, σωστά, να συμπτυχθεί στην αμυντική θέση Τουμλού Μπουνάρ.
Την απόφαση αυτή έπρεπε να πάρει και ο Τρικούπης. Δεν την πήρε όμως, αλλά η ομάδα του κινήθηκε βορειοδυτικά, στην περιοχή Ουλουτζάκ, αποκόπηκε από την ομάδα Φράγκου και δημιουργήθηκε μεταξύ τους ένα κενό 25 χιλιομέτρων.
Η διάσπαση του μετώπου ήταν πραγματικότητα το απόγευμα της 28 ης Αυγούστου, όλα είχαν κριθεί!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου