Σαν άπιστη ερωμένη που ποτέ δεν είναι στην ώρα της, σαν «κυρία επι
πληρωμή» που δεν αγαπούσαμε, αλλά σε εκείνη όλοι …προστρέχαμε, το τρένο
των εφηβικών μας χρόνων. Σταθμοί, στάσεις, δέματα, δέματα της μαμάς,
μακρόσυρτα σφυρίγματα, καπνός, αγκομαχητά, έλεγχοι, έλεγχοι, τρυπημένα
εισιτήρια. Άνθρωποι του μεροκάματου, λαϊκοί, εργάτες, αγρότες με τα
σύνεργα της δουλειάς, στρατιώτες, φοιτητές. Ορθοστασίδι, φορτωμένα
πατάρια, ατέλειωτοι διάδρομοι.
Που και που κάνα φλερτ, καμμιά συνάντηση
βλεμμάτων, στην καλλίτερη ανταλλαγή τηλεφώνων. Σουβλάκια νερόβραστα,
φραπέδες ατέλειωτοι, τσιγάρα, τσιγάρα, οσμές, λιγδωμένες κουρτίνες,
τρισάθλιες τουαλέτες. Εισιτήρια, σταθμοί, συναντήσεις, αναχωρήσεις.
Όρκοι παντοτινής αγάπης, φευγαλέα δάκρυα, φιλιά, φιλιά, χέρια που
αποχαιρετούν. Καθυστέρηση, αναμονή, απογοήτευση. Γράμματα της
προσμονής, «αυτό το πελώριο φίδι σε πήρε μακριά μου, πότε θα σε φέρει
πίσω;». Η μελαγχολία του στρατιώτη, ένα μετέωρο βήμα πριν το
στρατόπεδο. Το απαξίωσαν, το έκλεισαν. Η υπουργική είδηση, «πολύ
σύντομα θα ξεκινήσουν και άλλα τουριστικά δρομολόγια στην Πελοπόννησο».
Τουριστική ατραξιόν το τρένο; Ευθυμήσαμεν. Χορταριασμένες γραμμές,
μουχλιασμένα κτίρια, υγρές αναμνήσεις. Ένας μαύρος αδέσποτος σκύλος, με
τούφες χιονιού στη ράχη, παραμένει πιστός, πηγαινοέρχεται στο σταθμό
περιμένοντας το τρένο να φανεί…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου