Κυριακή 2 Αυγούστου 2020

ΧΑΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ, ΧΑΣΑΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (Μέρος δεύτερο)

Έκτοτε άλλαξε η σειρά των διεκδικήσεων. Η νέα δύναμη που εμφανίσθηκε ήταν οι Έλληνες οι οποίοι με τη σύσταση του νέου Ελληνικού Κράτους επιδόθηκαν σε μια σειρά αγώνων και θυσιών για να μεταβάλουν την κατάσταση στη θάλασσα, να την αποσπάσουν από τα χέρια των Τούρκων και να τη θέσουν υπό τον πλήρη έλεγχό τους. Και έτσι έγινε. Βεβαίως αρχικά την κυριαρχία του Αιγαίου εκείνη την περίοδο την είχαν οι νικήτριες δυνάμεις της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου, δηλαδή η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία, αλλά η Ελλάδα με τη σειρά της επέκτεινε την κυριαρχία της κατά μήκος των ακτών του Αιγαίου Πελάγους. 



Με την απόκτηση της ανεξαρτησίας, στο Ελληνικό κράτος υπάχθηκαν η Εύβοια, οι Κυκλάδες και οι Βόρειες Σποράδες. Το 1881, με την προσάρτηση της Θεσσαλίας, οι ακτές της Ελλάδος επεκτάθηκαν μέχρι των εκβολών του Αλιάκμονα, ενώ το καθεστώς των νήσων του Αιγαίου παρέμενε αδιατάρακτο. Το 1911 όμως εμφανίσθηκε μια νέα δύναμη, η Ιταλία, η οποία, ύστερα από σύντομο νικηφόρο αγώνα με την Τουρκία, κατέλαβε τα Δωδεκάνησα. 
Το 1912 εξερράγη ο Βαλκανικός Πόλεμος κατά των Τούρκων και η Ελλάδα  που πολέμησε στο πλευρό των Βαλκανικών χωρών και ύστερα από μια σειρά στρατιωτικών επιτυχιών κατέλαβε τη Λήμνο, Σαμοθράκη, Λέσβο, Χίο, Σάμο, Ίμβρο, Ικαρία, Τένεδο κλπ. Παράλληλα έγινε κυρίαρχος των περισσοτέρων εδαφών της. Έτσι, το 1905 με την Επανάσταση στο Θέρισο ενσωματώθηκε η Κρήτη με την Ελλάδα και στη συνέχεια, με την έκρηξη του Βαλκανικού Πολέμου, τον Φεβρουάριο του 1912, η Θεσσαλονίκη, στις 29 Ιουνίου 1915, η Καβάλα, στις 4 Οκτωβρίου 1919 η Ξάνθη. Παράλληλα, έγινε απόβαση των Ελληνικών δυνάμεων στη Σμύρνη και ο Ελληνικός Στρατός, εκείνη την περίοδο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, με εντολή των Μεγάλων Δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας και Αμερικής, έφθασε στα ενδότερα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά την επιτυχή απόβαση στη Σμύρνη, ενώ, για πρώτη φορά, από το 1453, η Κωνσταντινούπολη, το Νοέμβριο του 1918, τίθετο υπό συμμαχικό έλεγχο και για πρώτη φορά Ελληνικός στρατός αποβιβάζεται στην προκυμαία της Κωνσταντινουπόλεως, σε ατμόσφαιρα συγκινητικής έξαρσης.
Στο σημείο αυτό  αξίζει να παραθέσουμε το εξής απόσπασμα από τις ιστορικές σημειώσεις του Αλέξανδρου Δαμιανού. «… Από του 1911 όμως, ο αγών εφαίνετο καθαρά, ότι έκλεινε υπέρ της Αντάντ. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, φοβούμενος μήπως ο πόλεμος λήξει χωρίς κανένα όφελος, σπεύδει να παράσχει πάσα βοήθειαν προς τους συμμάχους. Καταφεύγει εις την Κρήτην και εκείθεν εις την Θεσσαλονίκην, όπου ηγηθείς επαναστατικής Κυβερνήσεως με συναρχηγούς τον Στρατηγόν και τον Ναύαρχον Κουντουριώτην, τάσσεται παρά το πλευρόν των συμμάχων. Τη βοηθεία των Γάλλων ο Βενιζέλος φθάνει εις Αθήνας, ενώ ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος και ο Διάδοχος κατ’απαίτησιν των συμμάχων φεύγουν για την Ελβετίαν. Στον θρόνο μένει  ο υιός του Αλέξανδρος. Τα Ηνωμένα Ελληνοσυμμαχικά στρατεύματα υπό τον Γάλλο Φρανσέ Ντ’ Εσπεραί συντρίβουν τους Γερμανούς και Βούλγαρους προς Βορράν και τους Τούρκους προς Ανατολάς». Είναι η πρώτη συμμαχική Νίκη. Η συνέχεια είναι γνωστή. Μπορούμε να πούμε ότι η Γερμανία δεν ηττήθηκε, αλλά αναγκάσθηκε, μετά την έξοδο της Αμερικής στον πόλεμο και την ήδη διακρινόμενη εσωτερική αντίδραση του Γερμανικού Στρατού, να παραδοθεί. Η φθινοπωρινή επίθεση του Στρατάρχη Φως ανάγκασε τη Γερμανία να υπογράψει την ανακωχή της 11ης Νοεμβρίου 1918. Οι Τούρκοι, εξουθενωμένοι όσο ποτέ, υπέγραψαν άνευ όρων την υποταγή τους στο Μούδρο στις 17/30 Οκτωβρίου 1918, ενώ ο ενωμένος στόλος των νικητριών δυνάμεων έπλεε στην προ αιώνων βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη. 
Να πως αποδίδει ο Στρατηγός Βάκκας το σκίρτημα των ομογενών της Κωνσταντινούπολης, εκείνο το ιστορικό πρωινό του κατάπλου του Στόλου μας, στο λιμάνι της Επταλόφου. «… Οι συνωθούμενοι σιωπηλά στην παραλία Έλληνες, έμειναν αποσβολωμένοι. Εμβρόντητοι. Ήταν αδύνατον να πιστέψουν εις τα ώτα τους…. Αλλ’ η μεγάλη μπάντα του θωρηκτού εξηκολούθειτο ‘Σε γνωρίζω από την κόψη’ και οι φθόγγοι του θείου εμβατηρίου εδόνουν τον αέρα. Την πρώτην βουβήν έκπληξινδιεδέχθη κύμα χαράς, που επλημύρισε τα πρόσωπά των, ένα αλληλοκύταγμα σκλάβων που ξαναγεννώνται. Και μόλις η μουσική έφθασε εις την στροφήν ‘Χαίρε, ω χαίρε ελευθεριά’, τα πλήθη ξέσπασαν. Ένα παραλήρημα ενθουσιασμού, ένα μυριόστομο ‘ΖΗΤΩ’, μια ασύλληπτη και απερίγραπτη φρενίτιςδιεχύθη στα κύματα της έξαλλης πλέον ανθρωποθάλασσας… Ποτέ ελληνικαί ψυχαί δεν επευφήμησαν τον ΕλευθέριονΒενιζέλον όσον το αξέχαστο εκείνο πρωϊνόν οι εκατοντάδες χιλιάδες των Ελλήνων της Κωνσταντινουπόλεως…».   
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων, η Ελλάδα κατέλαβε όλα τα νησιά του Αιγαίου, πλην των Δωδεκανήσων, τα οποία ήταν υπό Ιταλική κατοχή. Μετά ακολούθησε ο Ελληνοβουλγαρικός πόλεμος και η Ελλάδα κατέλαβε τις ακτές της Ανατολικής Μακεδονίας. Αλλά με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε μεγάλο θαύμα, διότι βρέθηκαν, όπως είπαμε, υπό τον Έλεγχο της Ελλάδας όλες οι ακτές της Θράκης και η Δυτική Μικρά Ασία. 
Ατυχώς, όμως, το 1922, με τη μεγάλη Μικρασιατική καταστροφή παρ’ ολίγο έλειψε οι Τούρκοι να καταλάβουν τα μεγάλα νησιά του Αιγαίου Πελάγους. Δεν το πέτυχαν όμως διότι ο αείμνηστος Πρωθυπουργός Ελευθέριος  Βενιζέλος με την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης της 24ης Ιουλίου 1923, κατόρθωσε να εξασφαλίσει την κυριαρχία της Ελλάδας επί των νήσων του Αιγαίου, πλην της Ίμβρου και Τενέδου, οι οποίες εξακολουθούν μέχρι σήμερα να είναι υπό Τουρκική κατοχή. 
Θα πρέπει στο σημείο αυτό να τονισθεί ο ανεξήγητος ρόλος των Συμμάχων της Ελλάδας. Αλλά, ας αφήσουμε τον επίλογο της τραγικής δοκιμασίας της Μικρασιατικής καταστροφής να μας τον δώσει ο πρώην πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, ο πατέρας της Νίκης Winston Churchill με την ωμή ειλικρίνεια και την άφθαστη επιγραμματικότητα η οποία τον διακρίνει. Γράφει στο σύγγραμμά του The WorldCrisis, 1925. «… Δεκαπέντε, μόλις μέρες μετά την 26η Αυγούστου 1922 ο Ελληνικός Στρατός, όστις εισήλθεν εις την Ανατολήν, ως εντολοδόχος της Μεγάλης Βρετανίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γαλλίας και επί τρία συνεχή έτη απετέλεσε το στήριγμα της Συμμαχικής Πολιτικής εναντίον των Τούρκων, αλλά, συγχρόνως και το αντικείμενο των ενδοσυμμαχικώνδολοπλοκιών, κατεστρέφετο και ερρίπτετο εις την θάλασσαν». Και συνεχίζει:  «Η εις την Ευρώπην είσοδος και πάλιν των Τούρκων, ως αχαλινώτων και ατιθασεύτων κατακτητών, απετέλειτην χειροτέραν δια τους Συμμάχους ταπείνωσιν».
Και όμως, παρά ταύτα, και παρά το γεγονός ότι η Τουρκία υπήρξε σύμμαχος του Κάιζερ της Γερμανίας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και παρά το γεγονός ότι στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο παρέμεινε ουδέτερη, ενώ, αντιθέτως η Ελλάδα και στους δύο πολέμους πολέμησε στο πλευρό των συμμάχων και με τις θυσίες της έγινε ολοκαύτωμα για τη νίκη των συμμάχων και, ενώ κανείς δεν αμφισβητεί το γεγονός, ότι, ενώ όλες οι χώρες της Ευρώπης έπεφταν, αμαχητί, η μια κατόπιν της άλλης στα χέρια των Γερμανών κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και η μικρή Ελλάδα κράτησε τη Γερμανική Αυτοκρατορία επί 9 μήνες, στοιχείο που αποτέλεσε ανασχετικό παράγοντα της περαιτέρω πορείας των Γερμανών, διότι τους βρήκε ο χειμώνας στη Σοβιετική Ένωση, με αποτέλεσμα να χάσουν ουσιαστικά το παιχνίδι, εντούτοις η Δυτική Συμμαχία σήμερα ανέχθηκε το έγκλημα κατά της Κύπρου και ανέχεται, όπως θα δούμε στη συνέχεια αυτής της έρευνας, τις επεκτατικές διαθέσεις των Τούρκων επί του Αιγαίου Πελάγους και οι οποίες, σε τελευταία ανάλυση, αποτελούν προσβολή της Ελληνικής κυριαρχίας και αξιοπρέπειας. Αυτό ήταν το τίμημα της μεταπολεμικής Ελλάδας για τις προσφορές της προς τη Δυτική Συμμαχία. 
Όμως η καταστροφή της Μικράς Ασίας είχε και ένα ακόμη μεγαλύτερο κακό διότι αποδεδειγμένα από την ιστορία οι τότε σύμμαχοι της Ελλάδας συνέπραξαν και συνετέλεσαν στον εξοπλισμό του Επαναστάτη Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος ξερίζωσε τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, μέσα από μια πρωτοφανή γενοκτονία και κατασφαγή και με αυτό τον τρόπο εξαφάνισε στον 20ο αιώνα τον Ελληνικό πολιτισμό των παραλίων της Μικράς Ασίας που ήκμαζε εκεί περί τα 3.000 χρόνια. 
Αυτή η εθνολογική αλλοίωση και καταστροφή ήταν το επισφράγισμα. Αλλά, όπως γράφει και ο ιστορικός Σακελλαρόπουλος στο βιβλίο του «Σκιά της Δύσεως», «Ουδαμού η νίκη δεν είχεν υπάρξει τόσο όσον επί των Τούρκων πλήρης. Αλλά και ουδαμού το κύρος των νικητών δεν υπέστη αλαζωνικώτερον εμπαιγμόν. Όλοι οι καρποί ενός ευτυχούς πολέμου, όλαι αι δάφναι χάριν των οποίων τόσαι χιλιάδες ανδρών έπεσαν εις τους βράχους της Καλλιπόλεως, τας ερήμους της Παλαιστίνης και τα έλη της Μακεδονίας, όλαι αι δαπάναι, τας οποίας αι μεγάλαι εκστρατείαι απήτησαν, τα πάντα κατέληγαν εις καταισχύνην. Μια απόλυτον αδιαμφησβήτητον επί της Τουρκίας νίκηνείχον ρίψει επί της τραπέζης του συμβουλίου της διασκέψεως της ειρήνης οι στρατοί. Τέσσερα έτη αργότερον οι φλύαροι την μετέβαλον εις ήττανΌλαι αι ωαίαι καυχησιολογίαιτης Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών, όλη η ευγλωττία των πολιτικών των, όλος ο βόμβος των επιτροπών και των συμβούλων των, ωδήγησαν τους προ ολίγον ισχυρούς του Κόσμου εις το πικρόν αυτό και επονείδιστον τέλος».
Αλλά, επειδή η εθνολογική σύνθεση του Αιγαίου των 3.000 χρόνων, δεν έμελλε να διαταραχθεί παρά μόνο το 1922, θα παραθέσουμε τρία χαρακτηριστικά σημεία της περιόδου αυτής του Έλληνα Ιστορικού, πρέσβη της Ελλάδας, Κωνσταντίνου Σακελλαρόπουλου, από το ίδιο βιβλίο «Η Σκιά της Δύσεως». Στη σελίδα 39 γράφει: «… Πρωτοφανές ίσως εις την ιστορίανόλων των εποχών το φαινόμενον αυτό συμμάχων, οι οποίοι, όχι καν πριν να επιβάλλουν, αλλά δύο σχεδόν έτη πριν καταρτίσουν την συνθήκην της ειρήνης, που θα έπρεπε να είναι ο καρπός της νίκης, ετάχθησαν αναφανδόν, χωρίς εντούτοις να διαρρήξουν επισήμως την συμμαχίαν, παρά το πλευρόν του εχθρού, από μίσος και αντιζηλίαν κατά των συμπολεμιστών και συμμάχων των. Φαινόμενον τραγικόν δια την Ελλάδα εις επακόλουθα, αφού αυτό έγινε μια από τας κυρίας αιτίας της Μικρασιατικής συμφοράς. Αλλά φαινόμενον, του οποίου αι γενικώτεραι συνέπειαι υπήρξαν τεράστιαι. Διότι αυτό ωδήγησε μετά τέσσερα έτη, εις την Λωζάννην, όπου μια διεθνής συνδιάσκεψις προεδρευομένη  – τι ειρωνεία της τύχης! – από εκείνον που είχε τόσον σπεύσει να προεξοφλήση και την Τουρκικήν υποταγήν, δεν κατώρθωσε, παρά να επισημοποιήση την συνθηκολόγησιν, όχι πλέον της Τουρκίας απέναντι της Ευρώπης, αλλά της Ευρώπης απέναντι της Τουρκίας».
Στη σελίδα 59 του ιδίου βιβλίου γράφει: «Όπως και αν έχη, την 15η Μαΐου 1919, ο μετ’ ολίγον αρχηγός των Τούρκων επαναστατών διωρίζετο, συμφωνούντων και των Συμμάχων, στρατιωτικός επιθεωρητής εις την Μικράν Ασίαν. Μόλις λαβών την σχετικήν διαταγήν, ο Κεμάλ, αφού δια των Ισμέτ και Φεβζήεφρόντισε να εξασφαλίση την ευρείαν δικαιοδοσίαν, της οποίας είχαν ανάγκη, έσπευσε να επιβιβασθή μικρού πλοίου, το οποίον θα τον μετέφερε εις Σαμψούντα. Επί του πλοίου εκείνου ανήλθεν, ολίγον κατόπιν, δια να τον αποχαιρετίση ο Ρεούφ, και από αυτόν έμαθε ο Κεμάλ ότι οι Έλληνες απεβιβάζοντο εις Σμύρνην. Η απόφασις, λοιπόν, του ανωτάτου συμμαχικού συμβουλίου να στείλη ελληνικόν στρατόν εις την Μικράν Ασίαν υπήρξε σύγχρονο σχεδόν με την απόφασιν της τουρκικής κυβερνήσεως να στείλη, εις την Μικράν Ασίαν, επίσης τον Κεμάλ. Απλή σύμπτωσις; Σύμπτωση μοιραία όντως».         
Τέλος, στη σελίδα 111 γράφει: «… Οι Έλληνες όμως, σταλέντες από τους ίδιους Συμμάχους εις την Μικράν Ασίαν και αναλαβόντες κατ’ εντολήν και δια λογαριασμόν των να καταλάβουν τους Τούρκους, δεν εγκαταλείφθησαν απλώς από τους εντολείς και συμμάχους των  ε π ρ ο δ ό θ η σ α ν  από τους περισσοτέρους εξ αυτών…».
Παρά, λοιπόν, την προδοσία και την καταστροφή, η Ελλάδα κατόρθωσε με τους αγώνες της να κρατήσει την κυριαρχία της επί ολοκλήρου του Αιγαίου και του οποίου το καθεστώς παρέμεινε αμετάβλητο επί 25 συνεχή έτη, δηλαδή μέχρι το 1917. Η παρουσία του Κεμάλ Ατατούρκ στην εξουσία δε επέτρεψε την αλλοίωση του πνεύματος της ελληνοτουρκικής συνύπαρξης. Δεν επιχείρησε την παραμικρή αλλαγή επί της επίμαχης αυτής θάλασσας και, ενόσω ήταν στην εξουσία, ουδέποτε αμφισβήτησε την ελληνικότητα του Αιγαίου Πελάγους και άφηνε την επίμαχη αυτή θάλασσα πάντα ελληνική. 
Μετά το θάνατό του, το 1938 και ιδιαίτερα κατά την έναρξη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, εμφανίστηκαν στον ορίζοντα τα πρώτα σημεία του τουρκικού επεκτατισμού. Και η κατάλληλη ευκαιρία παρουσιάστηκε. Συγκεκριμένα, προκειμένου η Τουρκία να εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων, ζήτησε αλλοίωση του καθεστώτος του Αιγαίου, και ζήτησε ως αντάλλαγμα της εισόδου της, τα Δωδεκάνησα και τη Σάμο. Οι Σύμμαχοι άρχισαν να σκέπτονται στα σοβαρά την αξίωση αυτή των Τούρκων. 
Και το κακό δεν άργησε να φανεί, όταν, το 1943, η Σάμος καταλήφθηκε από λίγες Ελληνικές και Βρετανικές Δυνάμεις, στα πλαίσια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Αυτή η επιβίβαση δυνάμεων ήταν η πρώτη ενέργεια απελευθέρωσης Ελληνικού τμήματος από τον κατακτητή, δηλαδή ήταν το πρώτο ελληνικό έδαφος το οποίο ελευθερωνόταν, πλην όμως, αντί επίσημων πανηγυρισμών, οι Άγγλοι κράτησαν σε πλήρη απομόνωση το νησί. Και όχι μόνο αυτό, αλλά η εξόριστη κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή, παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειές της, δεν κατόρθωσε να έρθει σε επαφή με Σάμο ο Υπουργός Εμ. Σοφούλης, ο οποίος με την άφιξή του διαπίστωσε έκπληκτος ότι τα τηλεγραφήματα, τα οποία στέλνονταν στη Σάμο, μέσω του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής, δεν επιδίδονταν στους Έλληνες από τους παραλήπτες Άγγλους. Εξάλλου, χαρακτηριστική στο σημείο αυτό είναι η πληροφορία, που προήλθε από τα απόρρητα αρχεία του Foreign Office της Αγγλίας, σύμφωνα με την οποία ένα διάγγελμα του Βασιλιά Γεώργιου του Β΄ προς τους Σάμιους ουδέποτε έφθασε στη Σάμο και στο σχετικό φάκελο PIC/190/2 αναγράφεται η ένδειξη «δεν απεστάλη ποτέ»!!!
Ως εκ θαύματος, τότε, σώθηκε η Σάμος γιατί η Αγγλία δεν διέθετε ισχυρές ναυτικές δυνάμεις για να απελευθερώσει το Αιγαίο και να το παραδώσει αμαχητί στα χέρια των Τούρκων και η εκστρατεία την οποία επιχείρησε κατά της Δωδεκανήσου και της Σάμου κινδύνευσε να καταρρεύσει. Μετά από αυτό η Τουρκία παρέμεινε αδρανής γιατί είδε πως οι Σύμμαχοι δεν διέθεταν ισχυρό στόλο και δεν υπήρχε περίπτωση να πραγματοποιηθούν οι επεκτατικές της διαθέσεις. Με αυτό τον τρόπο σώθηκε ο Σάμος. 
Τέλος, όταν έληξαν οι πολεμικές επιχειρήσεις στα νησιά του Αιγαίου πελάγους εγκαταστάθηκε σε όλα ελληνική Διοίκηση, εκτός από τα Δωδεκάνησα, τα οποία παρέμειναν υπό ιταλική κατοχή μέχρι και στις 10 Φεβρουαρίου 1947, οπότε υπογράφηκε η περίφημη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων με τη λήξη του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Κατά τη σύσκεψη αυτή τα Δωδεκάνησα τα διεκδικούσαν οι Ιταλοί και οι Τούρκοι και κατόπιν φοβερών παρασκηνιακών ενεργειών και μεθόδων δόθηκαν στην Ελλάδα, ως ελάχιστον φόρος τιμής για τις θυσίες της, κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Αλλά και στο σημείο αυτό αξίζει να παραθέσουμε τα «παχιά» λόγια των διάφορων συμμαχικών παραγόντων της περιόδου εκείνης, για τα κατορθώματα των Ελλήνων. 
Ο Sumner Welles, Υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών έλεγε: «Κανένα έθνος εις την Ευρώπην δεν ηγωνίσθηγενναιότερον του Ελληνικού εναντίον του Άξονος. Συνθήκη Ειρήνης παρέχουσα εις τον Ελληνικόν Λαόν το μέγιστον όριονασφαλείας, θα αποτελή προπύργιον δια μιαν ελευθέραν και σταθεράν τάξιν εις την Ανατολικήν Μεσόγειον» . Ο HaroldNicolson στις 11 Νοεμβρίου 1942 έλεγε, «… Όχι. Δεν έχουμε λησμονήσει. Και μια μέρα θα πληρώσωμεν το χρέος που οφείλομεν» . Ο Winston Churchill στις 31 Ιανουαρίου 1943 έλεγε, «Μετά τον πόλεμον η Ελλάς θα αποκατασταθή απολύτως και θα λάβη την θέσιν που της αξίζει μεταξύ των νικητών». Ο Άγγλος υπουργός Noel Backer στις 21 Μαΐου 1942 έλεγε: «Σας δίνω τον λόγο της τιμής μου, ότι όλαι αι θυσίαι του Ελληνικού λαού δεν θα αποβούν εις μάτην. Δεν θα ξεχάσωμεν ποτέ την Ελλάδα».
Και, όμως, μπροστά στην αιωνιότητα, τι είναι 50 χρόνια; Απολύτως τίποτα και την ξέχασαν και ανέχθηκαν την τραγωδία της Κύπρου και ανέχονται τις σημερινές επεκτατικές διεκδικήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο, αν και γνωρίζουν όλοι ποια θα είναι η έκβαση αυτών των επεκτατικών διαθέσεων της Τουρκικής κυβέρνησης. Το ερώτημα, όμως, που πλανάται είναι: Θα επιτρέψουν στην Τουρκία αυτοί οι Σύμμαχοι να καταλύσει τη σημερινή κατάσταση στο Αιγαίο; Θα επιτρέψουν στους εαυτούς τους να διαπράξουν ακόμα μια προδοσία;
Μετά από ένα τέτοιο ελληνικό παρόν και παρελθόν, έρχεται σήμερα η Τουρκία, γνωρίζοντας ποιοι την υποκινούν, να αμφισβητήσει την ελληνικότητα του Αιγαίου, και επιχειρεί με διάφορες ενέργειες και μεθόδους να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα, όπως ακριβώς έπραξε το ίδιο και με την Κυπριακή τραγωδία, το 1974 που συνεχίζεται παρά την παγκόσμια κατακραυγή και την οποία συνοδεύουν ψηφίσματα της ολομέλειας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. 
Η Τουρκία έχει δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα που αποτελούν στίγμα στον πολιτισμό μας του 21ου αιώνα, αφού, κατά παράβαση κάθε έννοιας δικαίου και λογικής κατέλαβε το 40% περίπου του κυπριακού εδάφους, το οποίο και κατακρατεί ατυχώς μέχρι σήμερα, ενώ 200.000 Ελληνοκυπρίων παραμένουν πρόσφυγες στο νότιο τμήμα της Κύπρου. Θεωρούμε ιδιαίτερα αναγκαία αυτή την παρένθεση γιατί, όπως θα δούμε παρακάτω, και η κρίση του Αιγαίου έχει πολιτικά κίνητρα και είναι συνδεδεμένη και μεθοδευμένη με την κυπριακή κρίση και μαζί αποτελούν τα πρώτα δείγματα του εμφαινόμενου τουρκικού επεκτατισμού στην εκρηκτική αυτή περιοχής της γης.
Οι Πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου για τη διασφάλιση της Ελληνικής Επικράτειας.
Καλό είναι να διευκρινίσουμε, στη συνέχεια, και να επιστήσουμε την προσοχή στους παραδεδεγμένους κανόνες και στις πρόνοιες του  Διεθνούς Δικαίου για το Αιγαίο. Η Τουρκία απειλεί, διεκδικεί, αμφισβητεί και ασκεί κυριαρχία στην επικράτεια του Αιγαίου μας, γιατί δεν υπάρχει ελληνική αμυντική αποτρεπτική στρατηγική για να αποτρέψει τους εθνικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουμε από την Τουρκία. Πρέπει η πολιτική ηγεσία να εφαρμόσει τα πλεονεκτήματα της πατρίδας που θέτουν το διεθνές σύστημα και το διεθνές δίκαιο, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε σαν κράτος/έθνος. Να ορίσει την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, την αιγιαλίτιδα ζώνη, τον υποθαλάσσιο πλούτο, και την ΑΟΖ. 
Η Σύμβαση του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας αναφέρει ρητά στο άρθρο 121 παράγραφος 2, ότι όλα τα νησιά και οι νησίδες, με εξαίρεση τους βράχους που δεν μπορούν να έχουν δική τους οικονομική ζώνη, διαθέτουν ΑΟΖ και ότι η ΑΟΖ κάθε νησιού καθορίζεται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που καθορίζεται και για τις ηπειρωτικές περιοχές. Αυτό το μεγάλο πλεονέκτημα της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας το ανατρέπει η πολιτική ηγεσία που έχει ευθύνη για την ανατροπή συσχετισμών που θέτουν σε κίνδυνο τα συμφέροντα της χώρας.
Εάν οι συντελεστές σχεδιασμού και άσκησης της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας δεν μελετήσουν ορθολογικά τα αξιώματα της εθνικής στρατηγικής, δεν θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε την εθνική μας κυριαρχία. Θα αντιμετωπίσουμε συρρίκνωση της ελληνικής επικράτειας.
Οι συγκυρίες απαιτούν ότι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, η εφαρμογή του δικαίου της θάλασσας για τα 12 μίλια Αιγιαλίτιδας και της ΑΟΖ είναι ένα από τα πολλά ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα. Η εθνική μας ασφάλεια απαιτεί την εφαρμογή  των προνοιών του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της Θάλασσας που θα εξασφαλίσει την ακεραιότητα της Ελληνικής επικράτειας.
Η αξιολόγηση μιας σειράς γεγονότων αποκαλύπτει ότι η ελληνοτουρκική διαφωνία απορρέει από την επιμονή της τουρκικής κυβέρνησης να αρνηθεί ότι τα νησιά του Αιγαίου έχουν το δική τους υφαλοκρηπίδα. Αντίθετα, σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα.
Πιο συγκεκριμένα, τα νησιά αποτελούν μέρος της επικράτειας της Ελλάδας και δικαιούνται το τμήμα της υφαλοκρηπίδας που της ανήκει, σύμφωνα με τις ισχύουσες αρχές και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Αυτά τα νησιά βρίσκονται στην υφαλοκρηπίδα που εκτείνεται κάτω από τη θάλασσα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής επικράτειας, σύμφωνα με τις ισχύουσες αρχές και κανόνες του διεθνούς δικαίου. Ως εκ τούτου, μόνο η Ελλάδα έχει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχικά και αποκλειστικά δικαιώματα στην ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα για σκοπούς έρευνας, εξερεύνησης και εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας που ανήκει στα κυρίαρχα νησιά αυτά.
                                                                                            …Συνεχίζεται
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του ΙΗΑ εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς – μέλη του ΙΗΑ. Η ιστοσελίδα του ΙΗΑ δεν λογοκρίνει, ούτε επεμβαίνει σε άρθρα – κείμενα των μελών του ΙΗΑ.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου